page top

Το Δημόσιο Καπνεργοστάσιο υποδέχεται την έκθεση «Portals/Πύλες»

Δημοσιεύτηκε 9/6/2021 21:32

Το παλιό Δημόσιο Καπνεργοστάσιο της Λένορμαν υποδέχεται έργα 59 καλλιτεχνών απ’ όλο τον κόσμο

«Portals/Πύλες»: Στον χώρο του παλιού Δημόσιου Καπνεργοστασίου παρακολουθούμε τις τελευταίες ετοιμασίες μιας μεγάλης έκθεσης που διοργανώνεται από τη Βουλή των Ελλήνων και τον οργανισμό ΝΕΟΝ, λίγες ημέρες πριν ανοίξει στο κοινό.

Από το πεζοδρόμιο της Λένορμαν, απέναντι από το κτίριο του παλιού Καπνεργοστασίου, που ανήκει σήμερα στη Βουλή των Ελλήνων και ένα μέρος του στεγάζει τη βιβλιοθήκη και το τυπογραφείο της, η κατακόκκινη πινακίδα «Try again. Fail again. Fail better», η φράση του Μπέκετ από το έργο του Νίκου Ναυρίδη, αποκτά νέο νόημα. Εγκατεστημένο στην ταράτσα του κτιρίου της Βουλής και συνομιλώντας εκ νέου με την πόλη και τους πολίτες της, δρα σχεδόν θεραπευτικά, δίνοντάς σου την ενέργεια για να συνεχίσεις.

Είναι το πρώτο έργο της έκθεσης «Portals/Πύλες» που θα ανοίξει για το κοινό στις 11 Ιουνίου και θα διαρκέσει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021 και οργανώνεται από τη Βουλή των Ελλήνων και τον οργανισμό ΝΕΟΝ.

Περνώντας τη βαριά πόρτα του παλιού Δημόσιου Καπνεργοστασίου, η εικόνα της ανακαινισμένης πτέρυγάς του είναι αποκαλυπτική. Χώροι 6.500 τ.μ. από τα συνολικά 19.000 τ.μ. του κτιρίου, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα παρέμεναν κλειστοί και εγκαταλελειμμένοι, παραδίδονται στο κοινό από το ΝΕΟΝ, που ανέλαβε την αναμόρφωση της ισόγειας βόρειας-βορειοδυτικής πτέρυγας, του επιβλητικού αιθρίου και του κτιρίου του πρώην τελωνείου, με σκοπό να αναδειχτεί σε έναν σύγχρονο πολιτιστικό και κοινωνικό χώρο, ανοιχτό σε όλους.  

Με 59 καλλιτέχνες από 27 χώρες, 15 νέες αναθέσεις έργων από τον ΝΕΟΝ και 18 Έλληνες καλλιτέχνες, η έκθεση ανοίγει σε μια συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, αφενός τη 200ή επέτειο από την Ελληνική Επανάσταση και αφετέρου την περίοδο της πανδημίας που συνταράσσει τα κράτη και τις κοινωνίες των ανθρώπων για να αναπτύξει μηνύματα, ιδέες και προβληματισμούς της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Ο εύστοχος τίτλος της πρώτης έκθεσης που φιλοξενείται –«Πύλες»‒ δείχνει την πρόθεση το μέρος αυτό να αποτελέσει ένα δυναμικό κέντρο συνάντησης και ανταλλαγής ιδεών, ένα σημείο μετάβασης από έναν κόσμο σε έναν άλλο, όπως έγραψε η Ινδή συγγραφέας του μυθιστορήματος «Ο Θεός των μικρών πραγμάτων» Αρουντάτι Ρόι στους «Financial Times» στις 3 Απριλίου 2020, θεωρώντας ότι το ρήγμα που δημιούργησε η πανδημία σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο ανοίγει μια πύλη ‒ μένει σ’ εμάς να διαπραγματευτούμε τη μετάβασή μας μέσα από αυτήν.

Αυτό επιδιώκει και η έκθεση που εξερευνά τη σύγχρονη πραγματικότητα και αποτίνει φόρο τιμής σε έναν κόσμο που χρειάζεται θεραπεία και ενότητα, συνδέοντας κληρονομιές και κουλτούρες, πρακτικές, χειρονομίες και συναισθήματα.

Το επιβεβαιώνει το βλέμμα του Steve McQueen που κοιτάζει κατάματα τον θεατή, με τα χέρια και τα πόδια του δέσμια και ένα σιδερένιο κολάρο γύρω από τον λαιμό. Η μεγάλη «ταπετσαρία» με την εικόνα του ίδιου καλλιτέχνη σε μια στιγμή προσήλωσης, σιωπής και ακινησίας που κοιτά θαρραλέα, επαναλαμβάνοντας την ίδια την εικόνα του στο έργο, υπαινίσσεται τη βαναυσότητα των πλοίων που μετέφεραν σκλάβους και συνδέονται με τη συλλογική μνήμη του δημόσιου χώρου που σημαδεύτηκε από τον φόνο του Τζορτζ Φλόιντ, πυροδοτώντας αντιδράσεις κατά του ρατσισμού σε όλο τον κόσμο. 

Η μία πλευρά του αιθρίου, που έχει διατηρήσει τη μνήμη του χρόνου, είναι η πρώτη εικόνα μπαίνοντας σε αυτό, εκεί όπου σε περιμένουν εννέα διαφορετικές μεταφράσεις των τελευταίων στίχων του ποιήματος «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» του Κωνσταντίνου Καβάφη: «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις». Έργο του 2021, στο οποίο ο λόγος διαποτίζει τα αισθήματα, το «Waiting for the Barbarians» του Αμερικανού καλλιτέχνη Glenn Ligon συνεχίζει την εξερεύνηση του εύπλαστου δυναμικού της γλώσσας και της μετάφρασης σε αυτήν τη νέα, in situ εγκατάσταση από λευκά φώτα νέον.

Δεν είναι ο μόνος που χρησιμοποιεί λέξεις γιατί, όπως μας λέει η διευθύντρια του ΝΕΟΝ και επιμελήτρια της έκθεσης Ελίνα Κουντούρη: «Η γλώσσα είναι ένας βασικός παρονομαστής που διατρέχει όλη την έκθεση. Μπορεί είτε να είναι εμπόδιο είτε να οδηγήσει σε ένα πέρασμα και να είναι μέσο», κάτι που συνδέει τις εκφράσεις τις διατυπωμένες ή αναδιατυπωμένες από άλλους ή εμάς με μια νέα πύλη κατανόησης και επανεξέτασης ακόμα και της πιο ποιητικής, ακόμα και της πιο απλής φράσης. 

Εκεί, σε αυτό το σχεδόν μεγαλοπρεπές αίθριο, οι στίχοι του Καβάφη συναντούν μια μνημειακή εγκατάσταση, μια ταπετσαρία μεγάλων διαστάσεων ενός από τους πιο διάσημους καλλιτέχνες της Γκάνας, του El Anatsui, φτιαγμένη από μικρά μεταλλικά κομμάτια από συσκευασίες ποτών, ενώ στο κέντρο δεσπόζει μια εγκατάσταση του Danh Võ. Το έργο του είναι μια νέα ανάθεση και ο βιετναμέζικης καταγωγής καλλιτέχνης, που ζει στο Βερολίνο, έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία να μας αφηγηθεί.

Γεννήθηκε τρεις μήνες μετά τη λήξη του πολέμου του Βιετνάμ και έζησε ως πρόσφυγας στη Δανία. Τον βρίσκουμε σκυμμένο, να επιβλέπει τα νεροκάρδαμα που έχει φυτέψει στο περίπτερο από κέδρο, που είναι το έργο του, και με αυτό έχει δημιουργήσει έναν πρόσθετο δημόσιο χώρο στο αίθριο της έκθεσης. Μας εξηγεί ότι αυτά τα περίπτερα, που παρόμοια συναντάμε ως τόπους ανάπαυλας και στοχασμού σε πολλές χώρες, είναι κατασκευασμένα από μέλη της φυλής Ντονγκ στην επαρχία Γκουιτσόου της Κίνας. Αντλεί έμπνευση από τη λαϊκή αρχιτεκτονική, την οποία θαυμάζει για την απλότητα, την ευελιξία και την προσαρμοστικότητά της.

Όσο για τα κοκκινωπά νεροκάρδαμα, ο Võ ανατρέχει στην επιστημονική τους ονομασία Tropaeolum Majus, που μας θυμίζει τα τρόπαια στα οποία οι Ρωμαίοι νικητές κρεμούσαν τις πανοπλίες και τα όπλα των ηττημένων εχθρών τους – πίστευαν ότι τα πλατιά, στρογγυλά φύλλα του νεροκάρδαμου προσομοίαζαν σε ασπίδες και τα κόκκινα άνθη του σε ματωμένα κράνη. Ο Võ στήνει έναν τόπο ηρεμίας και διαλογισμού στο κέντρο μιας έκθεσης που μεταφέρει τα ταραγμένα μηνύματα του κόσμου ως ανάπαυλα σε έναν κόσμο που βιώνει τη διαρκή μετακίνηση, την απώλεια, θωρακίζοντάς τον, έστω και πρόσκαιρα, με μια ασπίδα πίστης.

Με 59 καλλιτέχνες από 27 χώρες, 15 νέες αναθέσεις έργων από τον ΝΕΟΝ και 18 Έλληνες καλλιτέχνες, η έκθεση ανοίγει σε μια συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, αφενός τη 200ή επέτειο από την Ελληνική Επανάσταση και αφετέρου την περίοδο της πανδημίας που συνταράσσει τα κράτη και τις κοινωνίες των ανθρώπων για να αναπτύξει μηνύματα, ιδέες και προβληματισμούς της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η πρώτη αυτή έκθεση είναι ένα εικαστικό γεγονός μεγάλης σημασίας και μεγέθους, μια έκθεση που δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από τις μεγάλες παγκόσμιες διοργανώσεις, συγκεντρώνει σημαντικά ονόματα, δείχνει τις διεθνείς τάσεις και αποκαλύπτει καλλιτέχνες, τόπους, τρόπους και συγγένειες μέσα από έναν πλουραλισμό ιδεών.

Η Ελίνα Κουντούρη είδε για πρώτη φορά τον χώρο το 2016. Ο ΝΕΟΝ με κάθε του έκθεση μας εκπλήσσει, αναδεικνύοντας νέους χώρους για να παρουσιάσει εκθέσεις και σε πολλές περιπτώσεις να τους αναβαθμίσει και να τους αποδώσει στους ιδιοκτήτες τους. «Είχα κατά νου να συνεργαστώ κάποια στιγμή με τη Βουλή, που είναι ο ιδιοκτήτης του χώρου, για μια έκθεση και η ευκαιρία της επετείου του 2021 δίνει μια δυνατότητα στον ΝΕΟΝ να συνεργαστεί με τη Βουλή, που θα δείξει για πρώτη φορά σύγχρονη τέχνη, και να αναδείξει ένα τέτοιο κτίριο πολιτιστικής κληρονομιάς, συνδέοντάς το με τη σύγχρονη τέχνη. Η δική μας πρόθεση είναι να μετατοπιστεί η αφήγηση από την παράδοση και να περάσουμε σε μια νέα εποχή, τιμώντας και αυτή την επέτειο μέσα από τη σύγχρονη τέχνη σε αυτόν τον χώρο» εξηγεί.

Τον χώρο του Δημόσιου Καπνεργοστασίου της Αθήνας επέλεξε η Ελίνα Κουντούρη ως μνημείο της νεότερης βιομηχανικής κληρονομιάς, τεκμήριο της αρχιτεκτονικής μνήμης αλλά και της οικονομικής ιστορίας της πόλης. Χτίστηκε από το ελληνικό Δημόσιο στον Μεσοπόλεμο, την εποχή που ανθούσε η βιομηχανία κατασκευής σιγαρέτων, για να στεγάσει επιχειρήσεις επεξεργασίας-συσκευασίας καπνού και αποθήκες καπνεμπόρων, αλλά κυρίως για να εξασφαλίσει τον έλεγχο της φορολογίας καπνού.

«Ήθελα να αναδειχτεί αυτή η ιστορία που σχετίζεται με την εργασία και την ισότητα μέσα από την ίδια την ιστορία του εργοστασίου και το ότι βρήκαμε έναν χώρο εντελώς αναξιοποίητο μάς δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε έναν νέο πολιτιστικό χώρο μέσα στην πόλη» λέει η Ελίνα Κουντούρη. «Κάνουμε μια καλή αρχή, η Βουλή ανοίγεται σε ένα νέο κοινό και στην κοινωνία στην οποία απευθύνεται. Κάλεσα τη Madeleine Grynsztejn, διευθύντρια του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στο Σικάγο ως συνεπιμελήτρια της έκθεσης, η οποία, λόγω πανδημίας, δεν έχει καταφέρει να έρθει ακόμα, οπότε μια ιδιαιτερότητα της έκθεσης είναι ότι δεν έγινε με τη φυσική της παρουσία. Δουλέψαμε με όλη την ομάδα του ΝΕΟΝ και τους καλλιτέχνες μέσα στις συνθήκες της καραντίνας αλλά και μέσα σε ένα κτίριο με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και κλίμακα που δεν είναι εύκολο να τη δουλέψεις, με μεγάλες ανισότητες ακόμα και στο ύψος. Αυτό που προσπαθήσαμε είναι να υπάρχει μια σύνδεση των έργων και οπτικές φυγές. Το αίθριο, για παράδειγμα, μπορούμε να το δούμε απ’ όλες τις πλευρές του κτιρίου, όπως και το ένα έργο μέσα από το άλλο, κάτι που δημιουργεί διαρκώς νέες συνδέσεις» λέει η Ελίνα Κουντούρη, ενώ έχουμε φτάσει στην πρώτη αίθουσα, ανάμεσα σε υλικά που φτάνουν στον χώρο και γερανούς.

«Υπάρχουν έργα που είναι αναθέσεις, έχουν έρθει από ιδιωτικές συλλογές, από μουσεία, κατευθείαν από τους καλλιτέχνες, οι οποίοι αντιμετώπισαν διαφορετικές συνθήκες εγκλεισμού. Ο καθένας έπρεπε να ξεπεράσει την ψυχολογία που του δημιουργούσε η κατάσταση και εγώ παρατήρησα ότι σε αυτή την περίοδο πολλοί καλλιτέχνες άλλαξαν και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τη δουλειά τους».

Σχολιάστε το άρθρο

Facebook
Twitter GooglePlus