page top

Allah-Las στο Principal Club Theatre (Live Review)

Επιμέλεια : Jacek Maniakowski

Δημοσιεύτηκε 23/5/2015 17:37

Όπως λέει ένας φίλος μου κυνικά, στον θάνατο και στο rocknroll δεν υπάρχει έλεος. Και εν μέρει δεν έχει και άδικο, γιατί τίποτα δεν χαρίζεται σε αυτήν την μουσική. Κάθε καλλιτέχνης πρέπει να δείξει την αξία του, όχι μόνο σε κάποιο προετοιμασμένο ακροατήριο, αλλά τις περισσότερες φορές σε άγνωστους ανθρώπους, έτοιμους πάντα να τους κρίνουν. Ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας ενός συγκροτήματος, οφείλεται στις ζωντανές εμφανίσεις τους. Έτσι, η πραγματική «αρένα» για έναν καλλιτέχνη είναι το stage, αλλά εκεί δεν έχει να συναγωνιστεί κανέναν άλλον, παρά τον εαυτό του. Και πρέπει να νικήσει το άγχος του αρχικά και να αποδείξει ότι, το στούντιο δεν είναι παρά αφετηρία.

Δεν είναι λίγες φορές, που μια μπάντα αλλιώς πάνω στην σκηνή και αλλιώς μέσα από ένα άλμπουμ. Αλλά το ζητούμενο είναι να ακούγεται ακόμα καλύτερα ζωντανά και να μεταδώσει ενέργεια των τραγουδιών, μαγεύοντας το κοινό. Το πιο δύσκολο όμως έργο έχει η μπάντα που έχει προθυμοποιηθεί να ζεστάνει το κοινό, ανοίγοντας την συναυλία. Συνήθως είναι μικρότερου βεληνεκούς, αλλά όχι απαραίτητα μικρότερης αξίας. Η μπάντα των Allah-Las έχει επισκεφθεί την χώρα μας πριν έναν χρόνο περίπου, γεγονός που είχε αρκετή ανταπόκριση, μιας που ο ήχος τους ταιριάζει πολύ στο … ελληνικό κλίμα. Έτσι, η εμφάνισή τους στο Principal Club Theatre της Θεσσαλονίκης ήταν αναμενόμενη από αρκετούς οπαδούς τους, που έχουν ήδη στην Ελλάδα. Όλα αυτά στα πλαίσια της προώθησης του δεύτερου τους άλμπουμ, του Worship the Sun. Την συναυλία τους άνοιξαν οι The Social End Products.

Αν και δεν γνώριζα το συγκρότημα που ξεκίνησε να ζεστάνει την ατμόσφαιρα, δεν είχα αμφιβολία πως θα πρόκειται για ένα αξιόλογο σύνολο. Φυσικά και δεν διαψεύστηκα, γιατί το ταλέντο δεν λείπει από την Ελλάδα, αλλά αυτό που πάσχει η ελληνική σκηνή είναι η σωστή νοοτροπία. Αυτό όμως είναι μια άλλη συζήτηση.  Τυπικοί στους χρόνους τους, ξεκίνησαν το show τους με το velocity repeat/kaleidoscopic path. Το συγκρότημα από την Αθήνα έχει δύο δουλειές, τις Egotrip” EP και “Nutre Tu Cabeza”, ολοκληρωμένο άλμπουμ. Και από αυτές παρουσίασαν τα τραγούδια τους. Οι ίδιοι αυτό-χαρακτηρίζονται σαν NEO PSYCHEDELIΑ - FOLK - ACID PUNK μπάντα και εγώ δεν έχω κανέναν λόγο να διαφωνήσω μαζί τους. Στο feels much better on the other side ήταν ακόμα αγχωμένοι στην σκηνή και με το φλάουτο της MYRTO σχεδόν να μην ακούγεται. Επίσης ένα αξιοσημείωτο γεγονός είναι και τα φωνητικά που έχει αναλάβει ο ντράμερ τους STA STEA. Στο τρίτο broken mirror άγχος άρχισε να εγκαταλείπει το συγκρότημα και κάποια ηχητικά θέματα άρχισαν να διορθώνονται. Το ζεστό χειροκρότημα του κόσμου που ακόμα δεν γέμισε τον χώρο, τους ενθάρρυνε  και με το desert knows my name συνεχίσανε χωρίς κανένα πρόβλημα. Τα επόμενα Jeronimo (hang em high) και Rooted like a tree άρχισαν να ζεσταίνουν το κοινό, που τους αποδέχτηκε ακόμα περισσότερο. Με τα Can you follow the light  και The world is mine, όλοι σχεδόν αναγνώρισαν πως πρόκειται για μια αξιόλογη μπάντα. Τα Wanna disappearSun goddess  και  Utopia συνέχισαν το πρόγραμμά τους. Για να κλείσουν με μια διασκευή των Doors, το Light my fire και με το δικό τους  Trip to Delos.

Το καλοκαιρινό κλίμα των τραγουδιών τους με κάποιες σταγόνες της δεκαετίας του ’70 άρεσαν στους περισσότερους και γενικά κατάφεραν να ζεστάνουν το κοινό που ήρθε να δει τους Καλιφορνέζους. Παραλίγο όμως να κρυώσει λόγω της χαλ(λλ)αρότητας των Καλιφορνέζων Allah-Las και της παντελής έλλειψης βιασύνης να ανέβουν στην σκηνή. Το υποτιθέμενο κλίμα της Θεσσαλονίκης, όπου όλα ξεκινάνε μια ώρα αργότερα από το προκαθορισμένο. Μάλλον ενστερνίστηκαν τα μέλη της μπάντας. Αλλά φαίνεται, ότι δεν ενοχλήθηκε και κανένας και τελικά όταν ξεκίνησαν, με το Jack Daniels, που περιφερόταν πριν ξεκινήσουν, από τα μέλη τους, να έχει φτάσει στο μισό, ξεκίνησαν να παίζουν. Στο φόντο πίσω από την μπάντα είχε ξεκινήσει ήδη να παίζει το Nosferatu the Vampyre του Werner Herzog και με τον Klaus Kinski στον ομώνυμο ρόλο. Έτσι λογικά ξεκίνησαν με το No Werewolf από την δεύτερη τους δουλειά και σε μια αποθέωση που προσωπικά δεν περίμενα. Το επόμενο Busman's Holiday, από την πρώτη τους δουλειά και το Follow You Down από την πρόσφατη απέδειξαν ότι ο ενθουσιασμός που έδειξε το κοινό, δεν ήταν τυχαίος. Απλό παίξιμο, χωρίς πολλά εφέ, πέρα της ταινίας που συνέχιζε να παίζει και μια απίστευτη άνεση στην σκηνή. Τα Buffalo Nickel και De Vida Voz συνέχιζαν το πρόγραμμά τους, φανερώνοντας ότι, το παίξιμο τους στην σκηνή είναι πολύ καλύτερο από τις στούντιο ηχογραφήσεις τους και είναι μια μπάντα φτιαγμένη για live.

Ακολούθησαν τα Sandy και Sacred Sands από το ομώνυμο τους άλμπουμ, άλλο ένα μάθημα απλότητας, που άγγιξε όλους που βρισκόταν κάτω από την σκηνή. Στο Had It All άρχισε η σκηνή να μυρίζει πλέον μια θαλάσσια αλμύρα και το No Voodoo αποδείκνυε ότι τα … βουντού που μάγεψαν το κοινό δεν ήταν τίποτε άλλο από τις νότες των Καλιφορνέζων. Η ατμόσφαιρα ενός beach party ενισχύθηκε από την κίνηση τους να κεράσουν δύο θεατές, από το νέκταρ του Τενεσσί, όταν σε μια παύση ο Miles Michaud γέμισε και τα ποτήρια των μελών με αυτό. Το Catalina και το Ferus Gallery ήταν ένα απλό ζέσταμα για το Catamaran, κατά την διάρκεια του οποίου όλοι πλέον χόρευαν. Τα Calm Me Down και Artifact συνέχιζαν το πρόγραμμα τους, πάντα κάτω από τις εικόνες της ταινίας Nosferatu, δημιουργώντας παράλληλα και ένα παράξενο συνδυασμό καλοκαιρινής ατμόσφαιρας και σκηνών τρόμου. Στο ίδιο μοτίβο και το Better Than Mine μαζί με το 501-415, όπου και τα λιγοστά σκαμπό … άρχισαν να κουνιούνται στον ρυθμό της μουσικής τους. Το κανονικά τους πρόγραμμα τελείωσε με τον ντράμερ Matthew Correia να αλλάζει θέση με τον τραγουδιστή Miles Michaud και να ερμηνεύει το Long Journey.

Το χειροκρότημα ήταν δύσκολο να περιγραφεί και φυσικά κανένας δεν κουνήθηκε από την θέση του. Το encore ξεκίνησε με το instrumental Long Journey για να τελειώσει οριστικά πλέον με τα μεγάλα τους hit, Tell Me (What's On Your Mind)  και Every Girl μέσα σε αποθέωση. Όταν τα φώτα άναψαν αποκάλυψαν εκατοντάδες χαμόγελα, που στην ουσία φανέρωναν όλο το πνεύμα της συναυλίας αυτής. Το συγκρότημα των Allah-Las ξεπέρασε τις προσδοκίες μου γι αυτούς, αποδεικνύοντας άλλη μια φορά πως ένα σοβαρό συγκρότημα ακούγεται καλύτερα πάνω στην σκηνή, η οποία είναι ο φυσικός χώρος μιας μπάντας, απ ότι στο στούντιο. Οι μουσικοί ήταν άνετοι πάνω στην σκηνή και μπήκαν εύκολα στην νοοτροπία των Θεσσαλονικέων και όπως αποδείχτηκε στο after party τους, σε έναν άλλον stage της πόλης, ταυτίστηκαν και με αυτούς. Όμως αυτό που είναι πιο σίγουρο, είναι ότι κέρδισαν νέους φαν, μεταξύ αυτών και εμένα...

Σχολιάστε το άρθρο

Facebook
Twitter GooglePlus