page top

Συνέντευξη Μιχάλης Τσαντίλας

Επιμέλεια : Παναγιώτης Λουκάς

Δημοσιεύτηκε 31/12/2019 11:19

Η πρώτη  δημόσια εμφάνιση του Μιχάλη Τσαντίλα ως τραγουδοποιός έγινε το 2007, οπότε και συμμετείχε στον τελικό του Φεστιβάλ Νέων Δημιουργών Κοζάνης με το τραγούδι "Και Τι Μ' Αυτό;". Το 2009, το τραγούδι του "Wayward Blues" συμπεριλήφθηκε στη διεθνή συλλογή Rock 4 Life International Volume 14 που κυκλοφόρησε από την αμερικανική εταιρεία Quickstar Productions και το 2011, ένα ακόμα τραγούδι του, με τίτλο "Μέσα Στον Πυρετό", βρήκε μια θέση στη συλλογή Αινίγματα Και Μυστικά 2 που διανεμήθηκε δωρεάν από την Underground Tapes. Η πρώτη του προσωπική δουλειά, με τίτλο Σκιά Στο Μυαλό, κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2012 από τον Μετρονόμο ενώ το 2015 ήρθε η ανεξάρτητη έκδοση του αγγλόφωνου EP What You See Is Just A Lie.

Με αφορμή το What You See Is Just A Lie μιλήσαμε με τον Μιχάλη Τσαντίλα για το νέο του EP , για τους "έντεχνους" ,  καθώς και γενικότερα θέματα που αφορούν την μουσική δημοσιογραφίς


Ένα σύντομο βιογραφικό για τους αναγνώστες του jazzbluesrock.gr.

Γεννήθηκα στην Αθήνα και μεγάλωσα στη Σπάρτη, όπου σπούδασα πιάνο και έφτιαξα το πρώτο μου συγκρότημα. Αργότερα, σπούδασα και Ηλεκτρονικά, στο Τ.Ε.Ι. Χανίων, και συνεχίζω, ως αιώνιος φοιτητής, στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Ε.Μ.Π. Γράφω τραγούδια και αρθρογραφώ για μουσικά θέματα. Έχω μια σύζυγο, μια κόρη κι έναν σκύλο.

Ποια ήταν τα πρώτα μουσικά σου ακούσματα;

Ήταν κυρίως πράγματα από τη δισκοθήκη του πατέρα μου: Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Μαρκόπουλος, Ξαρχάκος αλλά και συμφωνική μουσική. Θυμάμαι ότι κάθε Κυριακή απόγευμα, ο πατέρας μου μάς μάζευε στο σαλόνι και μάς έβαζε έργα του Beethoven, του Wagner κ.ά. και μάς εξηγούσε πράγματα γύρω από αυτά. Θυμάμαι, επίσης, λαϊκά που ακούγονταν στο χωριό μου, το Γεράκι, και τα παραδοσιακά και νεοπαραδοσιακά που παίζονταν στα πανηγύρια. Αργότερα άρχισα να ανακαλύπτω και τους τραγουδοποιούς, τους Κατσιμιχαίους, τον Καζούλη, τα Τραπεζάκια Έξω του Σαββόπουλου, που τα είχαμε σε κασέτα και έπαιζαν μονίμως στο αυτοκίνητο... Εκείνα, όμως, που με έκαναν να ασχοληθώ με το ροκ και να αποφασίσω τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου ήταν το Jesus Christ Superstar και οι Beatles.

Η πρώτη σου δουλειά ήταν το 2012 με τίτλο Σκιά Στο Μυαλό. Τι θυμάσαι από εκείνη τη δουλειά και έχοντας περάσει 3 χρόνια από τότε τι τυχόν θα άλλαζες στο άλμπουμ;

Εκείνο το άλμπουμ, από τη μία το βλέπω πάντα με συμπάθεια, από την άλλη βρίσκω και πολλές ατέλειες, κυρίως στις ερμηνείες μου. Θυμάμαι τη συνεργασία που είχαμε με τον Κώστα Παρίση, που έκανε τις ενορχηστρώσεις και την παραγωγή, τις συζητήσεις που κάναμε και το πόσο ωραία είχαμε περάσει. Η συναναστροφή μου μαζί του μού έμαθε πράγματα και με έκανε να είμαι πιο ανοιχτός σε ιδέες άλλων. Θα άλλαζα πράγματα που δεν μπορούσαν να είναι διαφορετικά όταν φτιάχτηκε ο δίσκος, λόγω περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων που είχα – θα πρόσθετα περισσότερα όργανα σε κάποια σημεία, για παράδειγμα. Ίσως μετά από χρόνια να επισκεφθώ ξανά κάποια από εκείνα τα τραγούδια και να τα ηχογραφήσω διαφορετικά.

Ο δεύτερος δίσκος σου κυκλοφόρησε φέτος και φέρει τον τίτλο What You See Is Just A Lie. Καταρχήν γιατί EP και γιατί στα Αγγλικά;

Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκοπό εξ αρχής να κάνω EP. Όταν, όμως, συζήτησα με τον φίλο μου τον Χρήστο Χριστοδούλου, με τον οποίο είχαμε συμφωνήσει ότι θα συνεργαστούμε, κατάλαβα ότι για να κάνουμε ένα ολόκληρο άλμπουμ θα χρειαζόμασταν πολύ χρόνο, λόγω των δικών του υποχρεώσεων. Εγώ δεν ήθελα να μείνω εκτός δισκογραφίας για πολύ καιρό, οπότε σκέφτηκα τη φόρμα του EP. Και θυμήθηκα ότι είχα 4 τραγούδια, τα οποία, ενώ μου άρεσαν, δεν θα έβρισκαν εύκολα θέση σε κάποιο άλμπουμ. Έτσι προχωρήσαμε με τη συγκεκριμένη ιδέα.

Πώς θα περιέγραφες σε κάποιον που δεν το έχει ακούσει το ύφος του άλμπουμ;

Θα έλεγα ότι είναι ένα άλμπουμ με αρκετά έντονη την παρουσία των ηλεκτρονικών ήχων και με μια διάθεση μοναχικότητας και ενδοσκόπησης. Ή, πιο σύντομα, θα το περιέγραφα ως ένα πολύ καλό άλμπουμ (γέλια). Θα τόνιζα, σε κάθε περίπτωση, τον τεράστιο ρόλο που έχει στο τελικό αποτέλεσμα η δουλειά του Χρήστου Χριστοδούλου στην παραγωγή και στις ενορχηστρώσεις, αλλά και εκείνη του έτερου συνεργάτη, του Χρήστου Σπυράκη, στις κιθάρες και στο γενικότερο brainstorming.

Σε ποιον θα «αφιέρωνες» το τραγούδι “Shit!”;

Θα το αφιέρωνα σε όλους μας, σε όλους τους πολίτες της χώρας, αφού ό,τι κι αν συμβεί, είμαστε πάντα έτοιμοι να πούμε “Ill take the shit one more time”. Έχουμε μεγάλες ανοχές, απ’ ό,τι φαίνεται...

Τι συμβολισμός υπάρχει με το «περίεργο» τελείωμα στο “Darkness Coming”;

Χαίρομαι που μου κάνεις αυτή την ερώτηση, δείχνει ότι προσέχεις τις λεπτομέρειες. Αυτό προέκυψε όταν βρισκόμασταν ακόμα στην αρχή των ηχογραφήσεων. Καθώς ήμασταν μπροστά στον υπολογιστή με τον Χρήστο Χριστοδούλου και δοκιμάζαμε πράγματα στο τραγούδι, για κάποιο λόγο μού ήρθε στο μυαλό το “Have A Cigar” των Pink Floyd, όπου στο τέλος ο ήχος σα να «ρουφιέται» από ηλεκτρική σκούπα και μετά ακούγεται σαν μέσα από ραδιόφωνο. Οπότε του λέω «εδώ να εξαφανιστούν όλα και να μείνει ένας τύπος με την κιθάρα του». Του άρεσε η ιδέα και έτσι το προχωρήσαμε. Ο συμβολισμός που μπορεί να έχει αυτό το απότομο «κόψιμο» του ήχου μού προέκυψε αργότερα. Σίγουρα κολλάει με το μότο που είχαμε όσο φτιάχναμε τον δίσκο: «οτιδήποτε ωραίο πρέπει να καταστρέφεται». Επίσης, επειδή βρίσκεται στο τέλος της συλλογής, αποτελεί και μια δήλωση: «οκ, ακούσατε όλα τα φοβερά εφέ και ενορχηστρωτικά κόλπα, αλλά από κάτω παραμένω πάντα ένας μοναχικός τύπος που παίζει την κιθάρα του μια βροχερή μέρα».

Πρόσφατα στο Avopolis υπήρχε το άρθρο «Η ψευδαίσθηση του διλήμματος ελληνικού / «ξένου» στίχου»... Μιας και έχεις χρησιμοποιήσει τόσο την ελληνική όσο και την αγγλική γλώσσα, ποια είναι η άποψή σου;

Συμφωνώ απόλυτα με το συγκεκριμένο άρθρο του Αντώνη Ξαγά. Όλα κρίνονται από το αποτέλεσμα τελικά και η ίδια η επιλογή της γλώσσας δεν μπορεί από μόνη της να αποτελέσει εχέγγυο για οτιδήποτε. Σε ό,τι με αφορά, με το What You See Is Just A Lie ξεμπέρδεψα με τον αγγλικό στίχο για πολύ καιρό. Εδώ και χρόνια, άλλωστε, γράφω αποκλειστικά στα ελληνικά, χωρίς, όμως, να έχω κάνει την επιλογή αυτή συνειδητά. Απλώς το πράγμα ήρθε μόνο του, απόλυτα φυσικά.

Το πρώτο σου άλμπουμ κυκλοφόρησε από εταιρεία , το EP είναι ανεξάρτητη παραγωγή. Ποια είναι τα υπέρ και τα κατά και των δύο περιπτώσεων;

Τα υπέρ της συνεργασίας με εταιρεία έχουν να κάνουν μόνο με την προώθηση πλέον, αφού ελάχιστες επενδύουν κάτι στην δημιουργία ενός δίσκου. Η ανεξάρτητη οδός, από την άλλη, έχει ως συν την απόλυτη ελευθερία των επιλογών αλλά και μεγάλη δυσκολία και κόπο για να φτάσει το «σήμα» σου προς τα έξω. Είναι ψευτοδίλημμα, όμως, αυτό, καθώς οι «θέσεις» στα ρόστερ των εταιρειών που μπορούν να σπρώξουν ουσιαστικά την καριέρα ενός καλλιτέχνη είναι πολύ λίγες και η κατάκτησή τους απαιτεί συγκεκριμένα πράγματα. Οι περισσότερες από τις υπόλοιπες μοιάζουν περισσότερο να ποντάρουν στα όνειρα και τον οβολό νέων παιδιών για να συντηρούνται οι ίδιες, χωρίς να κάνουν τίποτα για να τα βοηθήσουν ουσιαστικά.

Διάλεξε 5 τραγούδια από τις κυκλοφορίες σου και πες μας, ποιοι ελλήνες καλλιτέχνες θα φανταζόσουν ότι θα μπορούσαν να τα τραγουδήσουν.

Από φαντασία άλλο τίποτα (γέλια). Λοιπόν:  Το “Πιτσιρίκος (Τραγούδι Για Ένα Καναρίνι)” είναι ένα τραγούδι που δεν θα είχα γράψει αν δεν είχα ακούσει Φοίβο Δεληβοριά, οπότε σκέφτομαι εκείνον ως ιδανικό ερμηνευτή. Το “Ήθελα” είχα σκοπό αρχικά να το δώσω στον Γιώργο Νταλάρα, πάντα πίστευα ότι θα του ταίριαζε. Το “Αρχάγγελος”, όπως μού είπε κάποτε ένας γνωστός και αγαπημένος μου τραγουδοποιός, θα ταίριαζε γάντι στην Άλκηστη Πρωτοψάλτη. Το “Δεύτερη Ευκαιρία” θα μπορούσε να το απογειώσει ο Διονύσης Σαββόπουλος. Και μια «παρασπονδία» σε σχέση με την εθνικότητα των καλλιτεχνών που ορίζεις στην ερώτησή σου: το πιο τρελό μου όνειρο είναι να τραγουδήσω το “Forgive Me” παρέα με τον Paul McCartney, με εκείνον να παίζει και το γνωστό μπητλικό μπάσο του.

Θα «έδινες» κάποιο τραγούδι σου για μια τηλεοπτική διαφήμιση;

Παρότι δεν θεωρώ πιθανό να μου γίνει ποτέ κάποια τέτοια πρόταση, με έχει απασχολήσει πολλές φορές το πώς θα απαντούσα. Αλλά δεν έχω καταλήξει κάπου. Σίγουρα θα έπαιζε ρόλο η οικονομική μου κατάσταση στη δεδομένη στιγμή αλλά και το προϊόν που θα αφορούσε η διαφήμιση. Θα με ενδιέφερε σίγουρα περισσότερο το να γράψω κάτι επί τούτου.

Θα έγραφες κάποιο τραγούδι για έναν καλλιτέχνη που δεν «ανήκει» στο μουσικό σου ύφος;

Ναι, γιατί όχι; Άλλωστε, όσο περνούν τα χρόνια, καταρρέουν τα στεγανά μου. Θα το έβλεπα και σαν πρόκληση κάτι τέτοιο.

Μιας και οι δυο μας κάνουμε κριτική σε κυκλοφορίες. Τελευταία φόρα που έκανα κριτική σε ένα ελληνικό group, μετά με «στόλιζαν» στο Facebook! Από τότε έχω πει ότι δεν κάνω ξανά κριτική σε ελληνικό group. Κάτι παρόμοιο θα έχεις αντιμετωπίσει και εσύ. Πόσο δύσκολο είναι να πεις σε κάποιον  (Έλληνα) ότι για παράδειγμα αυτό που κυκλοφορεί δεν είναι καλό;

Πράγματι, έχω αντιμετωπίσει πολλές φορές αντιδράσεις για αυτά που κατά καιρούς γράφω, όχι μόνο από καλλιτέχνες και φαν αλλά και από δισκογραφικές εταιρείες. Το τελευταίο «κρούσμα», μάλιστα, ήταν μόλις πριν λίγες μέρες. Είναι πολύ δύσκολο να είσαι ειλικρινής, ειδικά από τη στιγμή που, εντελώς φυσικά, νιώθεις κάποιου είδους «υποχρέωση»  να ανταποδώσεις την «καλοσύνη» προς εκείνον που σου έστειλε το cd του ή προς τον άλλο που σου εξασφάλισε δωρεάν είσοδο στη συναυλία του. Αλλά δεν πάει έτσι. Η κριτική, αν θέλει να σέβεται τον καλλιτέχνη, το έργο του και τον εαυτό της, πρέπει να είναι ειλικρινής και «αδίστακτη».

Περάσαμε ένα έντονο καλοκαίρι με αρκετούς καλλιτέχνες να παίρνουν θέση σε διάφορα πολιτικό/οικονομικά γεγονότα. Στο εξωτερικό είναι σύνηθες το φαινόμενο αυτό, αλλά στην Ελλάδα πόσο ώριμο είναι το κοινό αλλά και οι καλλιτέχνες για να παίρνουν θέση στα γεγονότα;

Όλοι είμαστε πολίτες και θα έπρεπε να είμαστε πλήρως ενημερωμένοι και ενεργοί. Δυστυχώς, αυτό δεν ισχύει εν πολλοίς, οι περισσότεροι παραμένουμε μακριά από την ουσία της πολιτικής και ασχολούμαστε με την επιφάνεια των πραγμάτων. Στον δημόσιο χώρο επικρατεί, νομίζω, μια καφενειακού τύπου συζήτηση. Υπάρχουν, φυσικά, και εξαιρέσεις: ο Φοίβος Δεληβοριάς και ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, π.χ., είναι δύο δημιουργοί που όποτε μιλήσουν για την επικαιρότητα, το κάνουν με έναν τρόπο απλό αλλά συνάμα βαθύ, αποφεύγοντας το δασκαλίστικο ύφος. Συνολικά, η κοινωνία μας δεν είναι ώριμη, όχι μόνο για να τοποθετηθεί και να συζητήσει, αλλά ούτε για να υπάρξει καν ως τέτοια.

Συνεχίζοντας το παραπάνω, γιατί έχει περισσότερη βαρύτητα η άποψη ενός «εντέχνου» καλλιτέχνη από έναν που τραγουδάει λαϊκά;

Αυτό έχει να κάνει με τις στρεβλώσεις και τα συμπλέγματα που μάς κατετρέχουν. Προσωπικά, αμφισβητώ ευθέως το δικαίωμα οποιουδήποτε τραγουδοποιού να χρησιμοποιεί τον όρο «έντεχνος» για τον εαυτό του. Αυτό το αστειάκι, που στήθηκε τη δεκαετία του ‘90 από δημοσιογράφους και καλλιτέχνες, πρέπει να τελειώσει. Το τραγούδι, είτε αυτό προέρχεται από τον Τσιτσάνη είτε από τον Μάλαμα είτε από τον Μικρούτσικο, είναι μια λαϊκή τέχνη. Ο όρος «έντεχνος» δημιουργεί στο ευρύ κοινό την αίσθηση ότι ένας καλλιτέχνης αυτής της «κατηγορίας» είναι αυτόματα και ένας πνευματικός ογκόλιθος, πράγμα που εννιά φορές στις δέκα δεν ισχύει. Όλο αυτό είναι ένα παιχνίδι δημοσιότητας και εντυπώσεων. Και, τέλος πάντων, η βαρύτητα μιας άποψης δεν θα έπρεπε να σχετίζεται με την προέλευσή της αλλά με το περιεχόμενό της.

Μιας και ξέρω ότι σου αρέσουν τα παρακάτω συγκροτήματα. Beatles ή Rolling Stones; Blur ή Oasis και γιατί;

Είτε συναισθηματικά το δω, είτε «αντικειμενικά», προτιμώ Beatles και Blur. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν λατρεύω πολλά τραγούδια των Stones ή των Oasis. Αλλά συνήθως  προτιμώ τους αρτίστες με όραμα έναντι των φαφλατάδων με ταλέντο.

Για κλείσιμο. Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;

Το σχέδιο που με απασχολεί είναι εκείνο του επόμενου δίσκου. Αρχικά σκεφτόμουν να δώσω προτεραιότητα σε μια συλλογή παλιών τραγουδιών που έχουν κάπως μεταφυσική θεματολογία, αλλά η κατάσταση τον τελευταίο καιρό μού άλλαξε γνώμη και πλέον σκέφτομαι να συγκεντρώσω κάποια «σκόρπια» τραγούδια που έγραψα τα τελευταία χρόνια, να τα εμπλουτίσω με νέα και να φτιάξω έναν δίσκο που να αφορά το σήμερα, όπως το βιώνω και το αντιλαμβάνομαι. Δεν ξέρω, όμως, αν θα βρω τη συγκέντρωση που απαιτεί το γράψιμο και δεν ξέρω κατά πόσο «το έχω» ακόμα – πάνε χρόνια από τότε που έπαψα να γράφω «συστηματικά». Πέραν αυτών, σκέφτομαι συνέχεια να κάνω κάποια «ανεπίσημα» live σε μικρούς χώρους, μόνος, με την κιθάρα και το πιάνο μου. Το πιο πιθανό είναι να μην κάνω τίποτα τελικά, καθότι είμαι τεμπέλης (γέλια).

Σχολιάστε το άρθρο

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Facebook
Twitter GooglePlus